Μισό παιδί – Αύγουστος Κορτώ
Περίληψη από το οπισθόφυλλο:
Ο Αντώνης Ράπτης, δεκαεφτά χρονών αγόρι, αιματοκύλισε το Χρυσοδέντρι: μπήκε στην τάξη του μονοθέσιου σχολείου μ’ ένα κλεμμένο πολυβόλο, σκότωσε τον δάσκαλο κι όλους σχεδόν τους φίλους του, κι έπειτα αυτοπυρπολήθηκε. Το μακελειό συντάραξε το ακριτικό χωριουδάκι, αλλά η αστυνομία έκλεισε τον φάκελο εν τάχει. Το τι συνέβη ήταν φως φανάρι: άλλο ένα πειραγμένο σκατόπαιδο που, με αφορμή μια ερωτική απογοήτευση, έκανε τη ζήλια του φονικό όπλο. Όμως ο άνεμος της ενοχής τραντάζει ακόμα τα δέντρα του χωριού. Η μάνα του δράστη ξέρει ότι ο δολοφόνος κι ο γιος της δεν ήταν το ίδιο πρόσωπο. Το μόνο θύμα της επίθεσης που έχει ακόμα τις αισθήσεις του πασχίζει να αρθρώσει την αλήθεια. Κι οι ψυχές των νεκρών μαθητών φωνάζουν, σκυλοτρώγονται, κρατούν καλά το μυστικό τους. Ο Φίλιππος Σέξτος, συλλέκτης μαρτυριών κι επίδοξος γραφιάς, ταξιδεύει στο χαροκαμένο Χρυσοδέντρι. Κάτι στην όλη υπόθεση δεν τον αφήνει σε ησυχία: πρέπει να μιλήσει με τους γονείς, με τα αδέρφια, με τη Μάρω, την πλέον τραγική απ’ τις μητέρες. Όταν ένα παιδί σκοτώνει άλλα παιδιά εξακολουθεί να ’ναι παιδί; Κι όταν το αίμα χύνεται άδικα, ποια είναι η πρώτη αδικία, η ρίζα του κακού; Μια ιστορία μυστηρίου, ένα κυνηγητό για την αλήθεια. Ποιος σκότωσε πρώτος και ποιο θύμα ξεχάστηκε; Ένα σκοτεινό παραμύθι που σου κλέβει την ανάσα.
Μια
κλειστή κοινωνία μπορεί να τρώει τις σάρκες της ανηλεώς, αλλά δεν αφήνει κανέναν
έξω από τα όριά της να το κάνει. Για να σου δώσω να καταλάβεις, είναι όπως, όταν
μια γυναίκα χωρίζει. Μόνο η ίδια επιτρέπεται να βρίζει τον πρώην της. Οι φίλες της
απαγορεύεται να πουν το οτιδήποτε. Γιατί τότε, η θλιμμένη και συνάμα χωρισμένη, γίνεται
θηρίο ανήμερο.
Ήξερε
αλήθεια που πήγαινε ο Σέξτος, όταν αποφάσισε να πάρει το δρόμο για το
Χρυσοδέντρι; Θα σου πω εγώ. Ιδέα δεν είχε και αν ήξερε τί τον περίμενε, δεν θα
είχε ξεκινήσει ποτέ αυτό το ταξίδι. Ήταν σαν να έμπαινε σε άλλη χώρα, περνώντας
τα όρια αυτού του τόπου. Παντού θλίψη για τα παιδιά που χάθηκαν. Χαροκαμένοι γονείς
που μιλούσαν ακόμη με τις σκιές των παιδιών τους, άνθρωποι που είχαν κομμάτια
του παζλ αλλά δεν σκόπευαν ποτέ να ενώσουν, τραγικές ιστορίες ανθρώπων που θα
κατέληγαν αναπόφευκτα σε κάποια τραγωδία -άλλης μορφής πιθανόν- αν δεν τους προλάβαιναν
τα γεγονότα, σκοτεινό τοπίο, σκοτεινά μυαλά, άδειες σκέψεις, θυμός, πυρακτωμένη
ατμόσφαιρα που ζέχνει από μακριά. Ανάμεσά
τους μια μάνα, η οποία, ύστερα από τον ατιμωτικό χαμό του παιδιού της, τολμούσε να
ζει. Έτσι το έβλεπαν οι υπόλοιποι και την στόλιζαν με ό,τι επίθετο μπορούσαν,
βγαλμένο απευθείας από την κόλαση. Πού να ήξεραν, ότι αυτή η μάνα, η Μάρω, δεν βαλλόταν
από αυτές τις λέξεις. Η ζωή της, η ίδια, ήταν βγαλμένη από την κόλαση και το
γεγονός ότι ζούσε, αποτελούσε από μόνο του μια ανεξήγητη παρωδία. Κυνηγημένη μια
ζωή και μόνη, κρατήθηκε στη λογική για να επιβιώσει, αυτή και το παιδί της.
Θα
αναρωτιέσαι, γιατί σκότωσε ο Αντώνης, παιδί ήταν ακόμη. Κι ύστερα, θεωρείται
όντως παιδί, εφόσον σκοτώνει άλλα παιδιά, όπως διερωτάται ο συντάκτης του οπισθόφυλλου;
Κανένας φονιάς δεν δικαιολογείται για την πράξη του, είτε το κάνει συνειδητά
είτε εν βρασμώ. Θα σου πω, όμως αυτό, και ύστερα ανακάλυψε μόνος σου τις απαντήσεις.
Ο Αντώνης, πριν σκοτώσει, ήταν ήδη νεκρός.
Τι
έχουμε λοιπόν εδώ;
Μια
καλοσυστημένη ιστορία μυστηρίου, που χωρίς να πολυλογεί, να επαναλαμβάνεται, να
αναλύει εξαντλητικά και να κάνει κύκλους γύρω από τον εαυτό της, σφιχτά δεμένη
νοηματικά και εύστοχη, πυκνή και πολυδιάστατη, ομολογεί με περίσσεια ακρίβεια
και αλήθεια όσα δεν θέλεις ίσως να ακούσεις, γιατί πολλά κακά
μαζεύτηκαν το τελευταίο καιρό, αλλά είναι απαραίτητη. Γιατί πολύ συχνά και χωρίς
να σκεφτόμαστε, παπαγαλίζουμε θεωρίες περί ισότητας, αποδοχής, ξενοφοβίας, ρατσισμού
και τόσων άλλων δεινών που μας δέρνουν, αλλά δεν μας αγγίζουν ουσιαστικά. Συνηθίσαμε
στην αγριότητα. Μάθαμε να ξεπερνούμε, ότι δεν νιώσαμε ποτέ στο πετσί μας.
Αχ
Θεέ μου, λέμε, μόλις ακούμε την είδηση, αλλά είμαστε τόσο φορτωμένοι και οι
ίδιοι, ίσως από ανούσια προβλήματα, οι πιο τυχεροί ανάμεσά μας και σε λίγο την ξεχνάμε.
Ένα
βιβλίο, πόσο μάλλον ένα τέτοιο βιβλίο, δεν σ’ αφήνει να ξεχάσεις. Τουλάχιστον όχι τόσο γρήγορα. Θα πρέπει να
βρίσκεσαι εκεί, να παρακολουθείς λέξη-λέξη για να συνθέσεις την ιστορία, να μην
χάσεις τα σημαντικά, να βγάλεις νόημα και έτσι αυτό που «ζεις», καθώς το
διανύεις, περνά μέσα σου.
Ο
Αύγουστος Κορτώ, κατά κόσμο Πέτρος Χατζόπουλος, δεν χρειάζεται συστάσεις. Η πένα
του τον έχει προσδιορίσει καλύτερα από όσο και ο ίδιος θα πίστευε.
Το
«Μισό παιδί» κυκλοφορεί στην χώρα μας από τις εκδόσεις Πατάκη.